Γεννιόμαστε και μεγαλώνουμε σε μια ασφυκτικά καταπιεστική κοινωνία. Σε μια κοινωνία δομημένη έτσι ώστε σε κάθε πτυχή της να είμαστε γεμάτοι ‘’πρέπει’’, ανταλλάσοντας την υποδούλωση μας με παροχές – πλασματικές ή μη. Το κράτος ως ρυθμιστής και εγγυητής της κοινωνικής ομαλότητας προσπαθεί να δημιουργήσει ένα κλίμα παθητικής συναίνεσης στα σχέδια του – και όπου αυτό δεν υπάρχει, να καταστείλει όσους αντιστέκονται. Παρόλα αυτά το στοίχημα της ατομικής και συλλογικής απελευθέρωσης παραμένει ανοιχτό όσο υπάρχουν άνθρωποι – ομάδες – συλλογικότητες που μάχονται την όλο και μεγαλύτερη επιβολή της κυριαρχίας πάνω στις ζωές μας. Γιατί μόνο η συνεχής και συνεπής παρουσία μας στον αγώνα δίνει περιθώρια εξέλιξης στην επαναστατική προοπτική.
Ενός αγώνα, που μέσα από την ανάπτυξη ανεξούσιων και αλληλέγγυων σχέσεων και την οργάνωση των ζωών μας μακριά από διαμεσολαβήσεις και ιεραρχίες, μακριά από κρατικούς και καπιταλιστικούς θεσμούς, μακριά από επιβαλλόμενα πρότυπα, αποτελεί μια διαρκή διαδικασία αμφισβήτησης του ιδεολογήματος που θέλει τη σημερινή διάρθρωση της κοινωνίας ως την μόνη εφικτή.
Του αναρχικού αγώνα που μάχεται ενάντια στην επιβεβλημένη από τους κυρίαρχους κανονικότητα, ενάντια στην καλοκουρδισμένη τάξη που προωθεί το καπιταλιστικό σύστημα, ενάντια στον κόσμο της εξουσίας και της υποταγής. Είναι σημαντικό, όμως, να αναγνωρίσουμε πρώτα και κύρια το πώς κράτος – καπιταλισμός – εξουσία καταδυναστεύουν τις ζωές μας. Αντιλαμβανόμαστε ότι το εξουσιαστικό σύστημα δεν αναπαράγεται και συντηρείται μόνο με βίαια μέσα, αλλά σε πολλές περιπτώσεις κερδίσει την συγκατάθεση των υπηκόων του και με το γάντι.
Εν ολίγοις, τα ιδεολογικά εργαλεία κράτους και καπιταλισμού – όπως ΜΜΕ, εκπαίδευση, θρησκεία, θέαμα – προωθούν την υποταγή, ταυτίζουν ένα αόριστο συμφέρον(ως άτομα και ως σύνολα ατόμων) με ένα πολύ συγκεκριμένο – αντίστοιχο συστημικό και κατ’ αυτό τον τρόπο διαμορφώνουν την κινητήριο δύναμη του καπιταλιστικού συστήματος.
Απέναντι, λοιπόν, σε ένα σύστημα που πέρα από τα παραπάνω, διαρθρώνεται και με την ανάπτυξη εξουσιαστικών σχέσεων σε κάθε επίπεδο της κοινωνικής ζωής (σεξισμός, ρατσισμός, εργασιακά, πατριαρχία), η αντιπαράθεση μαζί του, ο αγώνας για την συλλογική και ατομική απελευθέρωση οφείλει να διαμορφωθεί εξίσου διάχυτα μέσα στον κοινωνικό ιστό. Οφείλουμε, λοιπόν, διαρκώς να αγωνιζόμαστε με κάθε μέσο που έχουμε στη διάθεση μας ενάντια στις αξίες και στα ιδεολογήματα αυτού του κόσμου, επιτιθέμενοι στην υλική υπόσταση του εχθρού. Οφείλουμε να επεκτείνουμε τις αγωνιστικές διαδικασίες και να αναζητούμε διαρκώς νέα μέσα και μεθόδους που θα λειτουργήσουν εξελικτικά για την επανάσταση και τον αγώνα για την αναρχία και την ελευθερία. Από αφισοκολλήσεις, λοιπόν, και αντάρτικες ενέργειες ως τις συγκρουσιακές πορείες και τις παρεμβάσεις σε όσο το δυνατόν περισσότερα επίπεδα της κοινωνικής ζωής, να εκμεταλλευτούμε το σύνολο των μέσων που έχουμε στη διάθεση μας και να εργαστούμε για τη διεύρυνση τους. Να υψώσουμε αναχώματα μπροστά στην καταστολή αλλά και να ξεπεράσουμε τους αυτοματισμούς δράσεων που μας περιορίζουν στην απλή απάντηση στις κινήσεις του εχθρού, να είμαστε έτοιμοι κάθε ένας και κάθε μια να δράσουμε σε κάθε επίπεδο του αγώνα. Είναι σημαντικό, όμως, να καταλάβουμε πως ο αναρχικός αγώνας δεν συμπυκνώνεται, μερικώς, σε μια από τις εκφάνσεις του, αλλά η αποτελεσματικότητα του εξαρτάται άμεσα από τη διαλεκτική σύνθεση όλων των μέσων, των θεωρήσεων και τάσεων που τον απαρτίζουν.
Επίσης, αντιλαμβανόμαστε ότι ζούμε σε μια κοινωνία όπου επικρατεί μια γενικότερη μαζοποίηση των ανθρώπων ενώ, ταυτόχρονα, αυτοί είναι διαιρεμένοι βάσει ρόλων και ταυτοτήτων. Η ίδια η ζωή μας είναι κατακερματισμένη σε τομείς. Μέσα όμως στα διάφορα κοινωνικά επίπεδα που υπάρχουν, γεννιούνται και οι δυνατότητες αγώνα. Από τα σχολεία, τις γειτονιές και τους χώρους εργασίας ως τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τις φυλακές, υπάρχουν ευκαιρίες και συχνά εκδηλώνονται στιγμές ή περίοδοι αμφισβήτησης – μερικής ή συνολικότερης – της κυριαρχίας και αντίστασης στην επέλαση της. Μέσα στη γενικότερη, όμως, πολυδιάσπαση πολλές φορές – αν όχι τις περισσότερες – αυτοί οι αγώνες δεν καταφέρνουν να συνδεθούν μεταξύ τους μένοντας αποκομμένοι, μην μπορώντας να διακρίνουν τις βαθύτερες αιτίες της κατάστασης εναντίον της οποίας εκδηλώνονται.
Ο κατακερματισμός, όμως, παρατηρείται και στον κόσμο του αναρχικού αγώνα. Λόγω του διαφορετικού γεωγραφικού τόπου όπου ο καθένας δραστηριοποιείται, τα διαφορετικά κοινωνικά πεδία όπου δίνει περισσότερο βάρος, τις διαφορετικές αντιλήψεις σε επιμέρους ζητήματα, τις διαφορετικές στρατηγικές και πρακτικές, σε πολλές περιπτώσεις οι διάφοροι αναρχικοί – άτομα ή ομάδες – είναι αποκομμένοι ή και διαιρεμένοι μεταξύ τους.
Για εμάς, λοιπόν, ένα μεγάλο ζητούμενο και μία από τις στοχεύσεις του αγώνα μας είναι η αναζήτηση και η ανακάλυψη των κοινών τόπων που ενώνουν τους αναρχικούς και τις αναρχικές συλλογικότητες. Ξεκινώντας, λοιπόν, από τη σύνδεση αυτών μέσα από την επικοινωνία, την δικτύωση και τον συντονισμό τους, να αναζητήσουμε την σύνδεση του κόσμου των επιμέρους αγώνων στα διάφορα κοινωνικά πεδία σε μια συνολικότερη προοπτική αγώνα ενάντια σε κράτος, καπιταλισμό και εξουσία.